Το «Facebook», παρέχει ένα δημόσιο διαδικτυακό χώρο, στον οποίο οι χρήστες αποκαλύπτουν πληθώρα στοιχείων της ζωής τους και της προσωπικότητάς τους, ενώ κατά τη χρήση της εφαρμογής, σύμφωνα με τους όρους που αποδέχεται ο χρήστης, θεσπίζεται τεκμήριο ότι αυτός επιθυμεί τη διάδοση των πληροφοριών του και όχι την προστασία τους.
Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που προσφέρει η πλατφόρμα του Facebook και τις αρχές προστασίας προσωπικών δεδομένων που αποδέχονται οι χρήστες, αυτοί έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίσουν τον βαθμό δημοσιότητας του προφίλ τους. Συγκεκριμένα, ο χρήστης έχει τη δυνατότητα, ανά πάσα στιγμή, να προβεί σε ρυθμίσεις ιδιωτικότητας στο «προφίλ» του, εάν επιθυμεί να περιορίσει τον κύκλο των προσώπων που έχουν πρόσβαση σε αυτό, στις φωτογραφίες του και γενικότερα στις αναρτήσεις του, δηλαδή να προβεί σε ρυθμίσεις περιορισμού πρόσβασης στις πληροφορίες του (ρύθμιση «κλειστού προφίλ»). Επίσης, έχει τη δυνατότητα να καταστήσει δημόσια κι ελεύθερα πρσβάσιμα σε όλους (ακόμη και σε χρήστες του διαδικτύου που δεν έχουν λογαριασμό στο «Facebook») τα στοιχεία αυτά, με την καταχώρησή τους στον εν λόγω ιστότοπο, χωρίς ρυθμίσεις ασφαλείας (ρύθμιση «ανοιχτού προφίλ»).
Σε αντίθεση με ότι ισχύει στους παραδοσιακούς ιστότοπους ενημέρωσης, οι οποίοι δημοσιεύουν τις εκάστοτε πληροφορίες στις ιστοσελίδες τους, το «Facebook» στηρίζεται στις καταχωρήσεις / αναρτήσεις του κατόχου του εκάστοτε λογαριασμού και στις απαντήσεις αυτών που τον επισκέπτονται, είτε ως απλοί χρήστες του διαδικτύου, είτε ως «φίλοι» του διαχειριστή. Οι τελευταίοι αναρτούν κείμενα, σχόλια ως απάντηση σε προηγούμενα σχόλια του κατόχου ή άλλων χρηστών, φωτογραφίες, «links» που παραπέμπουν σε άλλες ιστοσελίδες, «blogs» ή σελίδες χρηστών. Με τον τρόπο αυτό, ενισχύονται οι συζητήσεις και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ του κατόχου και των αναγνωστών, η διαμόρφωση των οποίων, αποφασίζεται, αφενός μεν από τον ίδιο τον κάτοχο – διαχειριστή του λογαριασμού, αφετέρου δε από όλους τους χρήστες του διαδικτύου.
Σε υπόθεση που απασχόλησε το Εφετείο Πειραιά (κατ’ έφεση) (βλ. ΕφΠειρ 327/2022), το δικαστήριο έκρινε, ότι η εναγόμενη, ούσα εκλεγμένη δημοτική σύμβουλος, διατηρούσε ανοιχτό προφίλ στο «Facebook», είχε ενεργή και έντονη ενασχόληση με τα κοινά και ευρύ κοινωνικό έρεισμα. Στον προσωππικό της λογαριασμό δημοσίευε κείμενα, στα οποία καθιστούσε κοινωνούς άλλους χρήστες, αλλά και άλλοι χρήστες δημοσίευαν στο λογαριασμό της παρατηρήσεις και σχόλια σχετικά με τις δημοσιεύσεις της. Στον λογαριασμό της αυτό, δημοσίευσε κείμενο, με αφορμή το οποίο ακολούθησε σχολιασμός και διαδικτυακός διάλογος με άλλους χρήστες. Στην ως άνω δημοσίευση – ανάρτηση, ο ενάγων εμφανιζόταν μεταξύ άλλων ως ένα άτομο ανέντιμο, διαπλεκόμενο και μετερχόμενο δόλια μέσα, προκειμένου να επιτύχει ίδιον όφελος σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος και της ιδιαίτερης πατρίδας του, κατέχοντας παράνομες άδειες οικοδόμησης, παραπλανώντας τη Διοίκηση προκειμένου να τις εκδώσει, με μοναδικό σκοπό να υλοποιήσει επένδυση, με αποκλειστικό γνώμονα το εύκολο κέρδος εις βάρος του δημοσίου και του περιβάλλοντος. Το περιεχόμενο αυτό των αναρτήσεων και σχολίων, κρίθηκε ψευδές και, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η εναγόμενη προέβη στην ανάρτησή τους εν γνώσει του ψεύδους της, θέλοντας να βλάψει την τιμή, την υπόληψη, την προσωπικότητα και τη φήμη των εναγόντων. Αποδείχθηκε, δε, ότι οι σχετικές αναρτήσεις και σχόλια της εναγόμενης έβλαψαν την τιμή και την υπόληψη του πρώτου ενάγοντα, αφού γνώση τους έλαβε μεγάλος αριθμός προσώπων, τόσο φίλων της εναγόμενης στο «Facebook», όσο και γνωστοί και φίλοι του ενάγοντα και της οικογένειάς του, από την παράνομη δε, και υπαίτια αυτή συμπεριφορά της εναγόμενης, ο ενάγων υπέστη σημαντική ηθική βλάβη.
Υποχρεώθηκε, κατόπιν των ανωτέρω η εναγόμενη, μεταξύ άλλων, να άρει την προσβολή της προσωπικότητας των εναγόντων με διαγραφή από το προφίλ της στο «Facebook» της επίμαχης δημοσίευσης-κειμένου, να προβεί σε ανάρτηση στον προσωπικό της λογαριασμό στο «Facebook» αυτούσιου του διατακτικού της απόφασης και να προβεί σε δημοσίευση στον προσωπικό της λογαριασμό δήλωσης ανάκλησης των προσβλητικών δημοσιεύσεων της στο διαδίκτυο, αποκατάστασης της αλήθειας, της τιμής και της φήμης των εναγόντων, επιδικάζοντας, επιπλέον, το δικαστήριο, χρηματική ικανοποίηση σε αυτούς, λόγω ηθικής βλάβης.